Comité pour l'adaptation au progrès technique | |
law pharma. | Επιτροπή για την Προσαρμογή των Οδηγιών στην Τεχνική Πρόοδο; Επιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο |
règlement | |
econ. | κανονισμός; κανονισμός |
environ. | ρύθμιση |
fin. | αποζημιώσεις; λογιστική τακτοποίηση |
fin. environ. | διακανονισμός |
concerner | |
gen. | εμπεριέχω; περιέχω |
l | |
tech. | μήκος |
appareil de contrôle | |
transp. | συσκευή ελέγχου |
lait | |
econ. | γάλα |
| |||
Επιτροπή για την Προσαρμογή των Οδηγιών στην Τεχνική Πρόοδο; Επιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο των οδηγιών |
Comite pour l'adaptation au progres technique du reglement concernant l'appareil de controle dans le: 1 phrase in 1 subject |
Transport | 1 |