transmission | |
earth.sc. el. | διάδοση; διάδοση ακτινοβολίας |
el. | εκπομπή |
forestr. | κιβώτιο ταχυτήτων; σύστημα μετάδοσης κίνησης |
med. | μετάδοση της λοίμωξης; μετάδοση; μεταβίβαση; διέλευση |
transp. | μεταφορά |
only | |
gen. | μόνο |
| |||
διάδοση; διάδοση ακτινοβολίας | |||
εκπομπή | |||
κιβώτιο ταχυτήτων; σύστημα μετάδοσης κίνησης | |||
μετάδοση της λοίμωξης; μετάδοση; μεταβίβαση; διέλευση | |||
μεταφορά | |||
μετάδοση κίνησης | |||
English thesaurus | |||
| |||
tranny (as in "he totaled the tranny in his new Mercedes SUV" Val_Ships) | |||
tmm | |||
xmission (Киселев) | |||
transm | |||
trans | |||
tmn; tmtn |
transmission: 1132 phrases in 34 subjects |