code division | |
IT | διαίρεση κώδικα |
multiple | |
gen. | πολλαπλή |
commun. | πολλαπλό |
commun. el. | πολλαπλασιαστικό πεδίο; πολλαπλούν πεδίο |
el. | πολλαπλό συνδρομητή; πολλαπλός μεταλλάκτης; πολλαπλό κύκλωμα |
| |||
διαίρεση κώδικα |
Code Division Multiple : 3 phrases in 1 subject |
Communications | 3 |