Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
to
be immune to conducted emissions
IT, el.
ανεπηρέαστος από εκπομπές εξ αγωγιμότητας
;
μη επηρεάσιμος από εκπομπές λόγω αγωγιμότητας
transp.
ανεπηρέαστος από εκπομπές εξ αγωγιμότητας·
Add
|
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips