DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
aan
 aanblazen
industr. construct. met. φύσημα σχηματοδότησης
met. άναμμα υψικαμίνου
 aanspannen
agric. ζεύγνυμι; ζεύω
| de
 demonteren
mater.sc. construct. αποσυναρμολογώ
nodige voorwaarden | voor
 voor
agric. αυλάκι
 voorkomen
gen. πρόληψη
 voorschrijven
med. χορηγώ
 voorspellen
environ. πρόβλεψη/πρόγνωση
| de
 demonteren
mater.sc. construct. αποσυναρμολογώ
| aanneming
 aanneming
law υιοθεσία
van | een munt
 De Munt
fin. Εθνικό Νομισματοκοπείο
| voldoen
 voldoen
astronaut. transp. Συμμορφώνομαι
- only individual words found

to phrases
aanspannen v
agric. ζεύγνυμι; ζεύω
aanblazen v
industr., construct., met. φύσημα σχηματοδότησης
met. άναμμα υψικαμίνου
aanstorten v
agric. χάραξη της πρώτης αυλακιάς
aan de nodige
: 4 phrases in 3 subjects
Finances1
General1
Law2