DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
werktijd m
environ. εργάσιμη ώρα; ώρα εργασίας (γραφείου); εργάσιμη ώρα/ώρα εργασίας γραφείου
IT, dat.proc. εργάσιμες ώρες
lab.law. διάρκεια εργασίας; ωράριο m; ώρες εργασίας; συμφωνημένο ωράριο εργασίας; χρόνος εργασίας
werktijden m
econ. ωράριο εργασίας
transp. χρόνος λειτουργίας
vliegwerktijd m
transp., avia. περίοδος απασχόλησης
Werktijden m
comp., MS Χρόνος εργασίας
werktijd
: 38 phrases in 9 subjects
Economics3
Electronics1
Employment1
Finances1
Government, administration and public services2
Information technology3
Labor law16
Social science10
Transport1