DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
kalkoen m
agric. γαλοπούλα f; γάλος και γαλοπούλα
industr., construct. καρφί για τον πάγο
nat.sc., agric., el. γάλος m; ινδόρνιθα f
ornit. γαλοπούλα f (Meleagris gallopavo); διάνος m (Meleagris gallopavo); κούρκος m (Meleagris gallopavo)
jongekalkoen m
agric. νεαρή γαλοπούλα; νεαρός γάλος
kalkoen
: 17 phrases in 4 subjects
Agriculture3
Health care2
Natural resourses and wildlife conservation5
Natural sciences7