subject | |
Allg. | υποβάλλω σε; υποκείμενη; υποκείμενο; υποκείμενος |
Ausbild. | σχολικό μάθημα |
Pharma. | συμμετέχων σε κλινική δοκιμή; συμμετέχων |
Umwelt | θέμα; θέμα |
identification code | |
landwirt. | κωδικός ταυτοποίησης |
| |||
υποβάλλω σε; υποκείμενη; υποκείμενο n; υποκείμενος | |||
σχολικό μάθημα | |||
συμμετέχων σε κλινική δοκιμή; συμμετέχων n | |||
θέμα n | |||
| |||
μαθήματα n | |||
| |||
θέμα n | |||
Englisch Thesaurus | |||
| |||
sub. (Vosoni); subj. (Vosoni) | |||
s |
subject : 225 Phrasen in 35 Thematiken |