specification | |
Allg. | προσδιορισμός προδιαγραφών; καθορισμός |
Med. | προδιαγραφή |
Wirtsch. Buchhalt. | ειδικότητα; ειδικότητα των πιστώσεων |
specifications | |
Allg. | συγγραφή υποχρεώσεων |
Document | |
Allg. | Τεκμηριώνω |
Documents | |
micr. | Έγγραφα |
document | |
IT Datenverarb. | έγγραφο; δομημένη περίπτωση εγγράφου |
Kommunik. | ντοκουμέντο' τεκμήριο' έγγραφο |
micr. | έγγραφο |
Recht. | δικόγραφο |
Umwelt | τίτλος; τίτλος |
Wirtsch. | τεκμήριο |
| |||
προσδιορισμός προδιαγραφών; καθορισμός m | |||
προδιαγραφή f | |||
ειδικότητα f; ειδικότητα των πιστώσεων | |||
| |||
συγγραφή υποχρεώσεων | |||
κύρια τεχνικά χαρακτηριστικά | |||
Englisch Thesaurus | |||
| |||
spec. | |||
specif. | |||
| |||
spec |
specification document : 1 Phrase in 1 Thematik |
Informationstechnik | 1 |