self-monitoring | |
Umwelt | αυτοπαρακολούθηση; αυτοπαρακολούθηση |
Analysis | |
Allg. | Ανάλυση |
analysis | |
biow. | ανάλυση καιρού |
mark. | λεπτομερής λογιστική ανάλυση |
Med. | ψυχανάλυση; ανάλυση; ψυχολογική |
Pharma. Umwelt | δοκιμασία/ανάλυση |
Stat. | εκτίμηση |
AND | |
micr. | λογικό ΚΑΙ |
reporting | |
Allg. | αναφορά |
Fin. Gesellsch. | δήλωση εντολών; κοινοποίηση εντολών |
Forst | λογιστική; αναφορά δραστηριοτήτων επιχείρησης |
Gesellsch. | υποβολή στοιχείων |
Hand. | μάρκετιγκ μετά τις πωλήσεις |
mark. | κατάθεση αποτελεσμάτων; κατάθεση λογαριασμών |
micr. | δημιουργία αναφορών |
| |||
αυτοπαρακολούθηση f | |||
| |||
αυτοπαρακολούθηση f |
self-monitoring analysis and reporting : 1 Phrase in 1 Thematik |
Microsoft | 1 |