programmable | |
IT Datenverarb. | προγραμματίσιμος |
digital | |
Allg. | ψηφιακή; ψηφιακό |
IT | ψηφιακός |
IT Tech. | αριθμητικός |
Med. | δακτυλικός |
controller | |
geow. Maschinenb. | βοηθητική διάταξη ρυθμίσεως |
Kommunik. Verk. | συντονιστής φωτεινής σηματοδοτήσεως |
landwirt. | χειριστήριο |
Maschinenb. | ρυθμιστής; ρυθμιστική διάταξη; συσκευή ελέγχου; όργανο ελέγχου |
micr. | ελεγκτής |
| |||
προγραμματίσιμος |
programmable digital : 2 Phrasen in 1 Thematik |
Informationstechnik | 2 |