Anmelden
|
German
|
Nutzungsvereinbarung
Wörterbücher
Forum
Kontakte
Englisch
⇄
Bulgarisch
Deutsch
Dänisch
Englisch
Estnisch
Finnisch
Französisch
Griechisch
Irisch
Italienisch
Lettisch
Litauisch
Maltesisch
Niederländisch
Polnisch
Portugiesisch
Rumänisch
Schwedisch
Slowakisch
Slowenisch
Spanisch
Tschechisch
Ungarisch
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
i>
Bodensch.
διατήρηση ex-situ
;
διατήρηση εκτός φυσικών συνθηκών
;
εκτός τόπου διατήρηση
;
μη επιτόπια διατήρηση
Industr., Bauw.
φόδρα από τεχνητή γούνα
landwirt., Chem.
μαλαθείο
Med.
ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη χρυσίζων σταφυλόκοκκος
;
χρυσίζων σταφυλόκοκκος ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη
/i>
Bodensch.
διατήρηση ex-situ
;
διατήρηση εκτός φυσικών συνθηκών
;
εκτός τόπου διατήρηση
;
μη επιτόπια διατήρηση
landwirt., Chem.
μαλαθείο
Med.
ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη χρυσίζων σταφυλόκοκκος
;
χρυσίζων σταφυλόκοκκος ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη
i/>
Industr., Bauw.
φόδρα από τεχνητή γούνα
/I>
Bodensch.
διατήρηση ex-situ
;
διατήρηση εκτός φυσικών συνθηκών
;
εκτός τόπου διατήρηση
;
μη επιτόπια διατήρηση
Med.
προϊόν προοριζόμενο για διάγνωση in vitro
I>
Bodensch.
διατήρηση ex-situ
;
διατήρηση εκτός φυσικών συνθηκών
;
εκτός τόπου διατήρηση
;
μη επιτόπια διατήρηση
Med.
προϊόν προοριζόμενο για διάγνωση in vitro
Englisch Thesaurus
i>
Bodensch.
<
EU
i>
;
ex-situ<
;
/i>
;
I>
/i>
Bodensch.
<
EU
i>
;
ex-situ<
;
/i>
;
I>
/I>
Bodensch.
<
EU
I>
;
ex-situ<
;
/i>
;
i>
I>
Bodensch.
<
EU
I>
;
ex-situ<
;
/i>
;
i>
Hinzufügen
|
Fehler melden
|
Kurzlink auf diese Seite
|
Hinweise