| |||
παράγοντας ανάπτυξης | |||
εργολάβος κατασκευών; εταιρεία κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων; κατασκευαστής ακινήτων; κατασκευαστική εταιρεία | |||
αναπτύσσων f; σχεδιαστής m | |||
εμφανιστής m; προϊόν εμφάνισης; διάταξη εμφάνισης | |||
προγραμματιστής f (An individual who designs and develops software) | |||
κύριος του έργου | |||
αναπτυξιακός φορέας | |||
Englisch Thesaurus | |||
| |||
dev |
developer : 36 Phrasen in 13 Thematiken |
Allgemeine Lexik | 1 |
Arbeitsrecht | 3 |
Chemie | 1 |
Informationstechnik | 1 |
Kommunikation | 3 |
Kulturwissenschaften | 10 |
Landwirtschaft | 1 |
Marketing | 2 |
Medizin | 1 |
Microsoft | 8 |
Technik | 1 |
Umwelt | 3 |
Wirtschaft | 1 |