![]() |
| |||
| κινητήρας DIESEL; κινητήρας ανάφλεξης διά συμπιέσεως C.I.; κινητήρας ανάφλεξης με συμπίεση; κινητήρας ντίζελ; κινητήρας στον οποίο η ανάφλεξη γίνεται με συμπίεση; πετρελαιοκινητήρας m; πετρελαιομηχανή f | |||
| |||
| κινητήρα με έναυση με συμπίεση; κινητήρας ανάφλεξης συμπιεσμένου καυσίμου μείγματος; κινητήρας όπου η ανάφλεξη γίνεται με συμπίεση | |||
| Englisch Thesaurus | |||
| |||
| CI engine | |||
|
compression -ignition engine : 3 Phrasen in 2 Thematiken |
| Industrie | 2 |
| Verkehr | 1 |