| |||
βιομηχανικός σχεδιασμός | |||
σχεδίαση f | |||
παράσταση f | |||
έργο n; μελέτη f; μελέτη οδού; πρόγραμμα n; σχέδιο n; σχεδιασμός m | |||
σχέδιo | |||
υπολογισμός m; υπολογισμός σχεδίασης | |||
σχεδιασμός προϊόντος | |||
σχέδιο ή υπόδειγμα; κατασκευή f | |||
| |||
γραφικό σχέδιο | |||
| |||
σχεδιάζω | |||
Englisch Thesaurus | |||
| |||
The design of the measuring equipment, e.g. compact instrument, 19" plug-in card etc | |||
des; dsgn | |||
| |||
designate | |||
Designator (U.S. Navy) |
Design : 698 Phrasen in 44 Thematiken |